Περιγραφή
(…) Πολλές από τις «προληπτικές» εξόριστες κρατούσαν μαζί τους τα παιδιά τους, βρέφη, νήπια ή μεγαλύτερα, από 6 έως 12 χρονών. Το καλοκαίρι του 1949 ήταν περίπου εκατόν ογδόντα παιδιά. Γι’ όλα αυτά τα παιδάκια δεν έδιναν το επίδομα των 2.700 δρχ., που το κράτος διέθετε για κάθε εξόριστο, ούτε καμία άλλη βοήθεια. Έτσι δεν είχαν μερίδα ψωμιού ή φαγητού και θα έμεναν τελείως νηστικά αν δεν τρέφονταν από τα 80 δράμια ψωμί που έδιναν στις μάνες τους.
(…)
Μπροστά σ’ αυτή τη δυστυχία είναι περιττό ν’ αναφέρουμε πως τα μεγάλα παιδιά έμεναν δίχως καμιά εκπαίδευση ή παιδαγωγική φροντίδα, κι όλη μέρα τριγύριζαν στα χωράφια και στις απότομες ακρογιαλιές ή έμεναν ζαρωμένα μέσα στα μουχλιασμένα κελιά και στις σκοτεινές σκηνές χωρίς να παίζουν.
Τα βρέφη υπέφεραν περισσότερο γιατί γάλα δεν υπήρχε, κι αν ακόμα οι μητέρες τους είχαν να τα θηλάσουν οι καθημερινές αγγαρείες δεν τια άφηναν.
Οι κρατούμενες έγκυες γυναίκες – και υπήρχαν αρκετές σ’ αυτή την κατάσταση – με τρόμο αντίκριζαν τη δύσκολη ώρα της γέννας. Δεν υπήρχε καμία φροντίδα για τις λεχώνες και τα μικρά. Μήτε σπάργανα για να τα τυλίξουν και να τα προφυλάξουν από την παγωνιά.
Το χειμώνα του 1948 πέθανε ένα νεογέννητο αμέσως μετά τη γέννησή του. Το Σεπτέμβριο του 1949 μια Σλαβομακεδόνισσα γέννησε δίδυμα. Μέχρι τις τελευταίες μέρες της εγκυμοσύνης της έτρεχε στις αγγαρείες και κουβαλούσε με μια παράξενη περηφάνια την ανημπόρια της. Γέννησε δίδυμα πάνω στο χωματένιο πάτωμα ενός υπογείου του Μοναστηριού, χωρίς κανένας σχεδόν να το ξέρει. Το ένα μωρό πέθανε σε δυο μέρες και τ’ άλλο το βάφτισαν Ελευθερία μερικές κοπέλες από το κάτω στρατόπεδο. Πέθανε κι αυτό μια βδομάδα αργότερα (…) [Πηγή: Ατέχνως]
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση προς το παρόν