Περιγραφή
Νικολάς Γκιγιέν
Γεννήθηκε στο Καμαγουέι στις 10 του 1902. Το 1917, χρονιά της Οχτωβριανής Επανάστασης, έφηβος ακόμα, είδε τον πατέρα του να δολοφονείται, καθώς οι επεμβάσεις των Αμερικανών, βάσει της συνθήκης Platt (1902), οδήγησαν τη χώρα σε οικονομική, πολιτική, ηθική και πνευματική καταστροφή. Οι δολοφονίες πολιτικών αντιπάλων και η τρομοκρατία ήταν το κύριο μέσο της άσκησης εξουσίας των αμερικανοκίνητων κυβερνήσεων.
Σημαδεμένος από τη δολοφονία του πατέρα του, ο Γκιγιέν φεύγει για την Αβάνα για να σπουδάσει Νομικά και παράλληλα δουλεύει σαν τυπογράφος. Το 1921 αφήνει τις σπουδές και αφοσιώνεται στη δημοσιογραφία και στην ποίηση.
Το 1919 δημοσιεύει τα πρώτα νεανικά του ποιήματα. Επισήμως στα Γράμματα εμφανίζεται πολύ αργότερα.
Το 1927 δημοσιεύει την πρώτη του συλλογή Καρδιά και μυαλό. Η επίδραση του Ρουμπέν Ντάριο, «πατέρα» του λατινοαμερικάνικου μοντερνισμού, είναι εμφανής στα πρώτα του ποιήματα. Επίσης, ενδιαφέρεται για τα ευρωπαϊκά καλλιτεχνικά ρεύματα που επιδρούν στην παραδοσιακή κουβανέζικη ποίηση.
Η συλλογή Motivos de son (1930) και Σόνγκορο Κοσόνγκο το 1931, αμέσως κάνουν μεγάλη αίσθηση. Αναγνωρίζεται ως σημαντική μορφή της κουβανέζικης ποίησης. Στα ποιήματά του συνδύασε τον παλιό φολκλορικό ρυθμό, την παλαιότερη λαϊκή γλώσσα και λαϊκή μουσική, εκφράζοντας τη διπλή εθνική και πολιτιστική ρίζα του νησιού. Με τη συλλογή Motivos de son ο Γκιγιέν επιδιώκει μια ποίηση εθνική, απελευθερωμένη. Ποίηση των μαύρων και λευκών, μια βαθιά λυρική κουβανέζικη βλάστηση. Ο Γκιγιέν πιστεύει ότι οι λαοί αντιστέκονται οικονομικο-πολιτικά αλλά και πολιτιστικά και ότι η τέχνη πρέπει να είναι εθνική και αντιιμπεριαλιστική. Να έχει απήχηση σ’ όλους τους λαούς του κόσμου.
Αργότερα, με τις συλλογές Εταιρία Δυτικών Ινδιών (1934, Αβάνα) και «Τραγούδια για τους στρατιώτες και σόνο» (1937, Μεξικό) στρέφεται καθαρά στην πολιτική – πλην λυρική – ποίηση, με επιρροές από τη φιλελεύθερη κουβανική ποίηση του 18ου αιώνα, αλλά και τις μορφές και τα μέτρα της κλασικής ισπανικής ποίησης.
Σε συνέντευξή του, το 1930, έλεγε: «Προσπαθώ να ενσωματώσω στην κουβανέζικη λογοτεχνία ό,τι θα μπορούσε να ονομασθεί ποίημα – ρυθμός, στηριγμένο στη μορφή λαϊκού χορού της χώρας μας. Οι ρυθμοί που μπορούν να γίνουν μουσική, αλλά δε γράφτηκαν μόνο γι’ αυτό το σκοπό, θέλουν να παρουσιάσουν κάδρα ηθών, λαϊκούς τύπους που υπάρχουν πλάι μας, όπως μιλούν και σκέφτονται! Τα ποιήματά μου με βοηθούν, επιπλέον, να διεκδικήσω ό,τι απομένει δικό μας, βγάζοντάς το στο φως και χρησιμοποιώντας το σαν ένα ποιητικό στοιχείο δύναμης. Οσον αφορά στον προσανατολισμό της ποίησής μου, πιστεύω ότι τον έχω βρει. Με μαγεύει η σπουδή του λαού… Το βαθύ ψάξιμο των σπλάχνων του… Η ερμηνεία των πόνων και των απολαύσεών του».
Στη δεκαετία 1930-1940, η εξάρτηση από τις ΗΠΑ φουντώνει απελπιστικά τη διαφθορά και πολιτική εξαχρείωση. Το νησί γίνεται «παράδεισος» του τζόγου και της πορνείας. Οι διανοούμενοι εξεγείρονται. Πρώτος, ο Νικολάς Γκιγιέν, καταγγέλλοντας με το έργο του τις διακρίσεις σε βάρος των μαύρων και την εξαθλίωση όλου του λαού. Το 1937 πάει στην Ισπανία, όπου μαίνεται ο εμφύλιος πόλεμος. Ο κομμουνιστής Νικολάς Γκιγιέν, με διεθνή μπριγάδα, πάει στην Ισπανία και βοηθά τον αντιφασιστικό αγώνα, δημοσιογραφώντας στα έντυπα του Λαϊκού Μετώπου, γράφοντας και εκδίδοντας, για την ενίσχυση του αγώνα, τη συλλογή Ποίημα με τέσσερις θλίψεις και μια ελπίδα. Είκοσι πέντε χρόνια μετά, ερωτώμενος σε συνέντευξη ποια είναι τα σημαντικότερα γεγονότα που έδωσαν ένα βαθύ νόημα στη ζωή του, απάντησε: «Το πιο καθοριστικό ήταν ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος».
Το 1940, έθεσε υποψηφιότητα για δήμαρχος του Καμαγουέι με τη στήριξη του Κομμουνιστικού Κόμματος. Έκτοτε και μέχρι το 1945, μεγάλο μέρος της ζωής του στην Κούβα το πέρασε ως πολιτικός κρατούμενος. Σε ένα σύντομο διάστημα που δεν ήταν υπό περιορισμό αποφάσισε και έφυγε από τη χώρα του.
Από το 1945 έως το 1948 ταξιδεύει σ’ όλη τη Λ. Αμερική και δίνει διαλέξεις. Το 1947 δημοσιεύει στο Μπουένος Αϊρες τη συλλογή Ολα τα τραγούδια, περιγράφοντας τα πάθη και τους αγώνες του κουβανικού και όλων των λατινοαμερικανικών λαών. Κάθε επιστροφή του στην Κούβα σήμαινε σύλληψή του. Ετσι στη δεκαετία του 1950 ζει στο εξωτερικό, κυρίως στην ΕΣΣΔ και σε άλλες σοσιαλιστικές χώρες. Το 1950 γίνεται μέλος του Διεθνούς Συμβουλίου Ειρήνης και το 1954 τιμάται με το Βραβείο Στάλιν.
Επιστρέφοντας από τη Σοβιετική Ενωση, το 1952, μαθαίνει το στρατιωτικό πραξικόπημα του δικτάτορα Μπατίστα. Ο ποιητής συλλαμβάνεται και φυλακίζεται. Το 1953 αποφυλακίζεται και αυτοεξορίζεται. Το 1957 εκδίδει τη συλλογή Ποιήματα και παραμονές της Κουβανέζικης Επανάστασης εκδίδει στο εξωτερικό τη συλλογή Το περιστέρι των λαών εκφράζοντας τη χαρά του, καθώς έβλεπε έναν καινούριο «ήλιο» ν’ ανατέλλει στη χώρα του. Η συλλογή κυκλοφόρησε στο Μπουένος Άιρες (28/12/1958).
Λίγες μέρες μετά τη νικηφόρα επανάσταση, επιστρέφει στη χώρα του και της προσφέρει πολύπλευρες υπηρεσίες. Με ενθουσιασμό αφοσιώνεται στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Ταξιδεύει, εκπροσωπώντας τη χώρα του ως πολιτιστικός πρεσβευτής, ενώ η φήμη του εξαπλώνεται διεθνώς.
Το 1961 εκλέγεται πρόεδρος της Ενωσης Κουβανών Συγγραφέων και Καλλιτεχνών. Το 1964 δημοσιεύει τη συλλογή Ολα δικά μου. Ακολουθούν οι συλλογές Μεγάλη Ανθολογία, Η Αβάνα, Νέα Ποιήματα κ.ά.
Στα 1964-1965 γράφει τη συλλογή Ο μεγάλος ζωολογικός κήπος. Πριν την εκδώσει στη χώρα του, ή σε άλλη γλώσσα, δίνει τη συλλογή στον Αϊτινό ποιητή Ρενέ Ντεπέστρ, ο οποίος τη μεταφράζει στα γαλλικά.
Το 1966 ο ποιητής της Ρωμιοσύνης, Γιάννης Ρίτσος, προσκαλεσμένος, επισκέπτεται την Κούβα και σμίγει με τον ποιητή του κουβανικού λαού. Η συνάντησή τους, οι ιδεολογικές και αγωνιστικές «συγγένειες» και ο θαυμασμός του ενός για την ποίηση του άλλου, απέφεραν, εκατέρωθεν, «καρπούς». Ο Ρίτσος πήρε την αδημοσίευτη γαλλική μετάφραση του Μεγάλου ζωολογικού κήπου και επιστρέφοντας στην Ελλάδα, καταπιάνεται, ολοταχώς, με την απόδοση της συλλογής και, όπως συμφώνησαν οι δυο ποιητές, την ίδια χρονιά κυκλοφορεί η συλλογή στην Ελλάδα, για πρώτη φορά, διεθνώς. Ένα χρόνο πριν εκδοθεί στην Κούβα. Ο Γκιγιέν, μετέφρασε δέκα ποιήματα του Ρίτσου, που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «Bohemia», το 1967. Το 1979 ο Ρίτσος στέλνει αντίγραφο της μετάφρασής του στον Γκιγιέν και ο τελευταίος τα ποιήματα που δημοσιεύτηκαν στο «Μποέμια».
Στη συλλογή αυτή ο Γκιγιέν, στιχουργικά νεοτερικός, με έναν εύγλωττα συμβολιστικό υπερρεαλισμό, ασκεί μια οξύτατη σάτιρα για τα λογής λογής ανθρωποφάγα «ζώα» που γεννά η καπιταλιστική κοινωνία.
Το 1972 εκδίδεται η συλλογή Οδοντωτή ρόδα, που περιλαμβάνει έξι ελεγείες αφιερωμένες στον Τσε Γκεβάρα.
Το 1978 παρουσίασε μια ποιητική συλλογή για παιδιά και το 1981 τιμήθηκε με το βραβείο Χοσέ Μαρτί. Τα δύο επόμενα χρόνια ανακηρύχθηκε διδάκτωρ του Πανεπιστήμιο του Μπορντό και έλαβε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας της Κούβας. Έφυγε από τη ζωή στις 16 Ιουλίου 1989 μετά από μακρόχρονη ασθένεια και τάφηκε με ιδιαίτερες τιμές στην Αβάνα.
Ο Νικολάς Γκιγιέν δεν ήταν μόνο ο εθνικός ποιητής της Κούβας. Ηταν ο μεγαλύτερος «κιθαριστής» της Λ. Αμερικής. Κατόρθωσε τα ποιήματά του να επιστρέψουν στο στόμα εκείνων από τους οποίους είχαν βγει, των λαών της Λ. Αμερικής, οι οποίοι τα τραγουδούν αγνοώντας, κάποιοι, τον δημιουργό τους.
(Το βιογραφικό του Νικολάς Γκιλιέν στηρίχτηκε σε δύο αξιόλογες δημοσιεύσεις στο «Ριζοσπάστη» που φέρουν την υπογραφή της Αριστούλας Ελληνούδη και της Κικής Αλεξοπούλου).
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση προς το παρόν